Η πρώτη μεγάλη απεργία στον χώρο της διαμοιραστικής οικονομίας –στην καρδιά του παραγωγικού μοντέλου εταιρειών όπως η Airbnb, η Uber και η Deliveroo– είναι γεγονός. Και την κέρδισαν κάτι παιδιά με ποδήλατα.
Ο χαμένος χρόνος είναι χειρότερος και από τον θάνατο
Μάνος Χατζιδάκις
Ο Τζον κάνει πετάλι για να ζήσει. Περιμένει όλη την ημέρα να λάβει στο smartphone του ένα μήνυμα, που θα του ζητά να μεταφέρει μερικές μερίδες φαγητού από κάποιο εστιατόριο σε κάποιο σπίτι.
Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ντελιβεράδες, που εργάζονται για ένα συγκεκριμένο εστιατόριο, ο Τζον εργάζεται στο Λονδίνο με την υπηρεσία Deliveroo, μία ακόμη από τις εταιρείες-θαύμα της λεγόμενης διαμοιραστικής οικονομίας, όπως η Airbnb και τα ταξί Uber, η οποία μέσω μιας ειδικής εφαρμογής φέρνει σε επαφή τον αγοραστή με τον πωλητή ή τον ενοικιαστή.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Τζον δεν προσφέρει το σπίτι του, όπως συμβαίνει με την Airbnb, αλλά την εργατική του δύναμη και τον εξοπλισμό του (το μηχανάκι ή το ποδήλατο με το οποίο θα μεταφέρει το φαγητό).
Εδώ και χρόνια η Deliveroo προσπαθεί να πείσει τον Τζον, όπως και όλους τους ντελιβεράδες με τους οποίους συνεργάζεται, ότι δεν είναι υπάλληλοι αλλά ελεύθεροι επαγγελματίες.
Παρ’ όλα αυτά, τους αναγκάζει να φορούν καθημερινά τη στολή της εταιρείας και να ακολουθούν συγκεκριμένους κανόνες στη μεταφορά των παραγγελιών. Εάν αρνηθούν πολλές φορές να δεχτούν παραγγελίες, ξέρουν ότι δεν θα τους ξανακαλέσουν ποτέ.
Η εταιρεία μάλιστα –για να είναι σίγουρη ότι δεν τεμπελιάζουν κλείνοντας το τηλέφωνό τους– καταγράφει ακόμη και το επίπεδο της μπαταρίας που έχουν στο κινητό τους. Στην πραγματικότητα, δηλαδή, ο Τζον έχει τυπική σχέση εξαρτημένης εργασίας αλλά χωρίς συλλογικές συμβάσεις, άδειες, επιδόματα, παροχή εξοπλισμού και ασφαλιστικές καλύψεις.
Οπως θα έλεγε ο Βρετανός οικονομολόγος Αντέρ Τέρνερ, «είναι σαν να συμμετέχει σε ένα μεσαιωνικό παζάρι εργασίας όπου το αφεντικό αποφασίζει κάθε πρωί ποιος θα δουλέψει για τις επόμενες ώρες στο χωράφι του».
Τις τελευταίες εβδομάδες, όμως, ο Τζον ένιωσε στο πετσί του το πώς οραματίζεται αυτή η σύγχρονη «φεουδαρχία» το μέλλον της εργασίας για τον 21ο αιώνα. Η Deliveroo πρότεινε στους «συνεργάτες» της, αντί να τους δίνει επτά στερλίνες την ώρα (συν μία ανά παραγγελία), να τους προσφέρει 3,50 λίρες για κάθε μεταφορά.
Οι ντελιβεράδες της εταιρείας κατάλαβαν αμέσως τι σημαίνει αυτό: δεν θα πληρώνονταν πλέον για τον νεκρό χρόνο, στον οποίο περιμένουν την επόμενη παραγγελία, αλλά μόνο για τη στιγμή της παράδοσης. Είναι σαν να ζητάς από έναν πυροσβέστη ή έναν αστυνομικό να μην πληρώνεται για τις δεκάδες ώρες που βρίσκεται σε επιφυλακή, αλλά μόνο για το χρονικό διάστημα στο οποίο σβήνει μια πυρκαγιά ή συλλαμβάνει έναν κλέφτη.
Πίσω από έναν μανδύα καινοτομίας και gadgets υψηλής τεχνολογίας, το νέο μοντέλο (ας το ονομάσουμε Φεουδαρχία 2.0) επιτρέπει σε μια εταιρεία, που λειτουργεί παρασιτικά παράγοντας ελάχιστη αξία, να αποσπά επίπεδα υπεραξίας που θα θεωρούνταν αδιανόητα σε προηγούμενα οικονομικά συστήματα.
Το γεγονός ότι ο νέος εργαζόμενος γίνεται, κατ’ επίφαση, κυρίαρχος των μέσων παραγωγής σημαίνει απλώς ότι είναι υποχρεωμένος να προσφέρει και να συντηρεί ο ίδιος τα εργαλεία της δουλειάς του.
Για την ακρίβεια, δεν μπορεί πλέον να μετατραπεί ούτε καν σε σύγχρονο λουδίτη σπάζοντας τις μηχανές που ευθύνονται για την εργασιακή σκλαβιά του – αφού σε αυτή την περίπτωση θα έπρεπε να σπάσει το δικό του μηχανάκι και το κινητό του ή να κάψει το σπίτι του. Η λεγόμενη gig economy, που υποσχόταν (και πραγματικά προσφέρει) βελτιστοποίηση στην εκμετάλλευση των παραγωγικών συντελεστών, όχι μόνο δεν απελευθερώνει τον άνθρωπο αλλά γίνεται ένα ακόμη εργαλείο επιστροφής σε προκαπιταλιστικές εργασιακές συνθήκες.
Πώς όφειλε λοιπόν να αντιδράσει ο ντελιβεράς της ιστορίας μας σε αυτή τη νέα μορφή εκμετάλλευσης; Αντί να μοιρολογεί, προτίμησε να μας προσφέρει τα πρώτα μαθήματα δράσης για το προλεταριάτο του 21ου αιώνα:
Οι ντελιβεράδες του Λονδίνου συντονίστηκαν μέσα από εφαρμογές κινητών όπως το WhatsApp και δημιούργησαν το πρώτο crowd-funding απεργιακό ταμείο στο Ιντερνετ, στο οποίο κάθε Βρετανός μπορούσε να συνεισφέρει όποιο ποσό επιθυμούσε. Το σύνθημά τους ήταν «σήμερα μαγείρεψε σπίτι και δώσε τα λεφτά για την απεργία».
Με τη βοήθεια μικρών συνδικάτων βάσης πέρασαν το μήνυμά τους στα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης χτυπώντας την μοναδική αχίλλειο πτέρνα που μπορεί να έχει μια παρασιτική εταιρεία: τη φήμη της απέναντι στους πελάτες.
Αποκαλώντας την Deliveroo (λογοπαίγνιο με τις μεταφορές και το καγκουρό) «Slaveroo» (όπου το καγκουρό γίνεται σκλάβος), απείλησαν να μετατρέψουν την εταιρεία από κολοσσό αξίας ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων σε μια άχρηστη εφαρμογή για κινητά.
Λίγες ημέρες αργότερα, η Deliveroo ανακοίνωνε άρον άρον ότι αποσύρει το νέο μοντέλο πληρωμής των «συνεργατών» της. Η πρώτη μεγάλη μάχη των εργαζομένων στον χώρο της gig economy είχε μόλις κερδηθεί. Το τέλος της Ιστορίας είχε μόλις… τελειώσει. Και η συνέχεια αναμένεται συναρπαστική.