Εργαζόμενοι και φοιτητές συνεχίζουν εδώ και δύο μήνες τις κινητοποιήσεις τους στη Γαλλία μπροστά στο νομοσχέδιο για τα εργασιακά. Η καθημερινή κατάληψη της πλατείας République είναι πραγματικότητα-με κυβέρνηση και αστυνομία να προσπαθούν να καταστείλουν τους διαδηλωτές, μέχρι στιγμής χωρίς καρπούς. To κίνημα ανανεώνεται και συνεχίζει!
Στις 28.04 υπάρχει 24ωρη απεργία αλλά οι συλλογικότητες του κινήματος δεν σταματούν εκεί. Μιλούν για τη συνέχεια, όχι απλά βλέποντας τους κόμβους της απεργίας και της πρωτομαγιάς, αλλά ανανεώνοντας διαρκώς τα ραντεβού. Οι ίδιοι λένε ότι με την αυριανή τους κινητοποίηση μπαίνουν στο δεύτερο γύρο αναμέτρησης με την κυβέρνηση και την καταστολή από την αστυνομία. Τα γεγονότα θα είναι πυκνά-όπως θα είναι και στην Ελλάδα, με διαφορετικό βέβαια τρόπο. Για να μπορέσουμε να τα παρακολουθήσουμε καλούμε όποιον/όποια το επιθυμεί να βοηθήσει στέλνοντας ειδήσεις ή όποιο άλλο υλικό, μεταφρασμένο ή μη, στο mail της Attack, againstmodernslavery@gmail.com.
μετάφραση από την Άλκηστη Πρέπη
Η Ολονυκτία αλλάζει πορεία, η κυβέρνηση αλλάζει στάση
του Yano Lesage
Révolution Permanente, 25 Απριλίου 2016,
Η κυβέρνηση, αφού χαιρέτισε – προφανώς υποκριτικά – την άνοδο μιας “πολιτικής άνοιξης”, βλέπει, πλέον, με πολύ κακό μάτι την συνέχιση του κινήματος των Ολονυκτιών, που γεννήθηκε από την κατάληψη της Πλατείας Ρεπουμπλίκ στο Παρίσι, μετά από την κινητοποίηση της 31ης Μάρτη ενάντια στο εργασιακό νομοσχέδιο. Αφού προηγουμένως προετοίμασε το έδαφος και αμόλυσε τα σκυλιά των μίντια ενάντια στις Ολονυκτίες – η εσκεμμένα προβοκατόρικη επίσκεψη του Finkielkraut[1] ήταν το βούτυρο στο ψωμί τους -, η κυβέρνηση αποφάσισε να αλλάξει πολιτική στην προσπάθειά της να καταστείλει το κίνημα.
Ο καιρός της στασιμότητας τελείωσε. Τελείωσε, επίσης, και η εποχή των ημι-κοροϊδευτικών και ημι-συγκαταβατικών παρατηρήσεων που διαχέονταν, στις αρχές του κινήματος, από διάφορα μέλη της κυβέρνησης σχετικά με τις Ολονυκτίες. Δεδομένου ότι οι Ολονυκτίες γίνονται ολοένα και πιο ριζοσπαστικές, όχι τόσο σε επίπεδο επιθέσεων προς την αστυνομία, παρά τα λεγόμενα της κυβέρνησης, όσο σε επίπεδο ισχυροποίησης του πλαισίου οργάνωσης των κινητοποιήσεων ενάντια στο εργασιακό νομοσχέδιο, ο φόβος αρχίζει να αυξάνεται στο στρατόπεδο του Ολλάντ και της ομάδας του. Μόλις πριν λίγες εβδομάδες, ο ίδιος ο Ολλάντ δήλωνε πως “είναι δικαιολογημένη η οργή της νεολαίας ” που εκφράζεται στην πλατεία Ρεπουμπλίκ, προφανώς σε μια προσπάθεια να ξανακερδίσει το μεγάλο τμήμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος που, απογοητευμένο από το κόμμα του, συμμετέχει στο κίνημα. Πλέον, η εικόνα της “πολιτικής άνοιξης” απορρίφθηκε και από τον Jean-Marie Le Guen, ο οποίος φαίνεται σήμερα πολύ λιγότερο συγκαταβατικός απέναντι στη “δίψα για τα ιδανικά” που εκφράζεται μέσα από το συγκεκριμένο κίνημα κατάληψης της πλατείας.
Κι όλα αυτά διότι η κυβέρνηση έχει πια καταλάβει πως η Ολονυκτία δεν είναι μονάχα η έκφραση μιας χλιαρής αγανάκτησης, μιας εξέγερσης χωρίς αύριο από μια νεολαία που βαριέται. Πρόκειται για έναν χώρο πολιτικοποίησης, συγκέντρωσης και οργάνωσης ενός πλατιού και καλά διαρθρωμένου κοινωνικού κινήματος. Με τον δεύτερο γύρο των κινητοποιήσεων να ξεκινά ήδη από αυτή την Τρίτη, με την απεργία των εργαζόμενων στους σιδηροδρόμους και την γενική ημέρα κινητοποιήσεων που καλούν τα συνδικάτα στις 28 Απριλίου, αλλά και της Πρωτομαγιάς και, σύντομα, της συμμετοχής των σχολείων που επιστρέφουν από τις διακοπές τους, η Ολονυκτία έχει καταλυτικό ρόλο στη διατήρηση και συνέχιση των κινητοποιήσεων, και πλέον μετατρέπεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο οργάνωσης, παρόλες τις ατέλειές της. Ακριβώς αυτά είναι τα στοιχεία που φοβίζουν την κυβέρνηση και φτάνουν τα ΜΜΕ στο σημείο να μην μπορούν να κρύψουν πλέον το ταξικό τους μίσος πίσω από ψεύτικες εκδηλώσεις συγκαταβατικών συναισθημάτων. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η πολιτική απονομιμοποίησης που επιχειρείται από τα ΜΜΕ, που προσπαθούν να εμφανίζουν τους διαδηλωτές ως “καταστροφείς” αλλά και την κρατική και αστυνομική βία – με αστυνομικούς της ασφάλειας μεταμφιεσμένους σε διαδηλωτές και κουκουλοφόρους, των οποίων την ύπαρξη τα ΜΜΕ αποσιωπούν εσκεμμένα – ως βία που προέρχεται από τους διαδηλωτές. Με τον ίδιο τρόπο, η κυβέρνηση επιχειρεί την διάδοση της ιδέας ότι η Ολονυκτία είναι “εκφυλισμένη” από την “χοντροκομμένη χειραγώγηση των ακροαριστερών” και των “ισλαμο-αριστεριστών”, όπως συχνά μας αποκαλεί ο Le Guen.
Εάν θεωρήσουμε πως η στήριξη που δείχνει η κυβέρνηση στην αρχική μορφή της Ολονυκτίας είναι γελοία, τότε, η “χειραγώγηση” που εξομοιώνει τους διαδηλωτές με τους τρομοκράτες και την αντίσταση στο εργασιακό νομοσχέδιο με τη δολοφονία αθώων με καλάσνικοφ, είναι πραγματικά “χοντροκομμένη”. Τι ψάχνει, όμως, η κυβέρνηση να επιτύχει μέσω αυτών των ισχυρισμών; Να ξαναπαίξει το χαρτί του “Je Suis Charlie” του 2015, έναν χρόνο μετά και να επανενεργοποιήσει το διαχωρισμό της αριστεράς στους “καλούς αριστερούς” και σε αυτούς που αρνήθηκαν να παρελάσουν στο πλάι της κυβέρνησης στις 14/1/15; Να χρησιμοποιήσει για άλλη μια φορά το θρησκευτικό ζήτημα και να τα παίξει όλα για όλα ώστε να διαχωρίσει, ενώ η ίδια η Ολονυκτία προσπαθεί, πάνω απ’όλα να έχει έναν ενωτικό χαρακτήρα μεταξύ όλων αυτών που πλήττονται από την επισφάλεια και τους κοινωνικούς διαχωρισμούς;
Όλα αυτά όμως είναι ενδεικτικά του ότι σήμερα ξεδιπλώνεται το χειρότερο πιθανό σενάριο όχι μόνο για την κυβέρνηση αλλά και για την αστική τάξη της οποίας τα συμφέροντα προωθεί η κυβέρνηση. Στο πλαίσιο έντονων πολώσεων και κινητοποιήσεων, η “σοσιαλιστική” κυβέρνηση δείχνει το πραγματικό της πρόσωπο και τους πραγματικούς της φόβους. Τους φόβους της βλέποντας να οργανώνεται ένας ριζοσπαστικός πόλος, ο οποίος κατευθύνεται όχι προς τα δεξιά, αλλά για τα καλά προς τα αριστερά, και οδηγείται προς την αμφισβήτηση της υφιστάμενης ταξικής κυριαρχίας.
Στην ίδια γραμμή συντάσσεται και το κύριο άρθρο της εφημερίδας Challenges[2], που είναι γενικά επιθετικό και εκφράζει εξαιρετικά καλά τον παραπάνω φόβο και το ταξικό μίσος των αστών. Επιτιθέμενη στον Frédéric Lordon, η εφημερίδα προσπαθεί να τον εμφανίσει ως έναν καινούριο “Μάο”, έναν κυρίαρχο μεταξύ κυριαρχούμενων, με δόλια επιχειρήματα όπως το γεγονός ότι στην τελευταία μεγάλη Γενική Συνέλευση προτίμησε να είναι καθιστός παρά όρθιος. Όπως και η κυβέρνηση, η εφημερίδα μιλάει στο όνομα της δημοκρατίας. Μάλλον ονειρευόμαστε.
Η κυρίαρχη τάξη θέλει να διατηρήσει το μονοπώλιό της στην “δημοκρατία”, όπου οι καταπιεσμένοι και οι εκμεταλλευόμενοι δεν έχουν κανένα δικαίωμα γνώμης, σε μια “δημοκρατία” όπου η αντιπροσώπευση δεν είναι παρά μια βιτρίνα. Έτσι, κάθε φωνή που την αμφισβητεί, χαρακτηρίζεται ως σφετερισμός, ως χειραγώγηση και ως τυραννία. Αυτό είναι το πραγματικό πρόσωπο αυτής της αστικής δημοκρατίας, το οποίο εμφανίζεται μέσω της βίας, συμβολικής και φυσικής, από την κυβέρνηση, τα ΜΜΕ και τις αστυνομικές δυνάμεις -που αποτελούν και το σιδηρό της χέρι- με την παραμικρή αμφισβήτηση. Η συνύπαρξη είναι αδύνατη από τη στιγμή που αυτή η αμφισβήτηση δεν γίνεται δεκτή: πρέπει να γκρεμίσουμε τη δική τους δημοκρατία ώστε να μπορέσει να εκφραστεί η δική μας.
(πηγή)
[1] Alain Finkielkraut, Γάλλος φιλόσοφος, συχνός υποστηρικτής αντι-μεταναστευτικών ρητορικών. Στις 16/4 επισκέφθηκε την πλατεία Ρεπουμπλίκ όπου και πήρε το λόγο στη Γενική Συνέλευση, προβοκάροντας τους παρευρισκόμενους, οι οποίοι τον κάλεσαν να αποχωρήσει. Το γεγονός αυτό μεγιστοποιήθηκε από τα ΜΜΕ, στα οποία ο ίδιος ανέφερε ότι “εκδιώχθηκε από μία πλατεία στην οποία υποτίθεται ότι κυριαρχεί η δημοκρατία και ο πλουραλισμός”.
[2] “Όταν ο Frédéric Lordon αποκαλύπτει το ανησυχητικό σχέδιο της Ολονυκτίας”, 25/4/2016