Στο παρακάτω άρθρο της Δήμητρας Σκούφου από τα nea.gr παρουσιάζονται στοιχεία για το πώς διαμορφώνεται το τοπίο της εργασίας στην Ελλάδα της κρίσης. Εκ περιτροπής και μερική απασχόληση, μείωση μισθών-αυτό είναι το μοτίβο, με την ανεργία να είναι μόνιμα σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η φτωχοποίηση μεγάλου τμήματος του κόσμου της εργασίας γίνεται ο κανόνας, ενώ θεσμοθετούνται μορφές εργασίας ακραίας εκμετάλλευσης με πρόσχημα την αντιμετώπιση της ανεργίας. Η μείωση του χρόνου εργασίας, πάγιο αίτημα του κινήματος (αλλά ποτέ από μόνο του) γίνεται μοχλός για μείωση του μισθού στους εργαζόμενους. Η επίθεση στο χρόνο εργασίας βρίσκεται στο επίκεντρο της στρατηγικής του κεφαλαίου, όπως και ο μισθός των εργαζομένων. Τα κέρδη συνεχίζουν να αυξάνονται, ενώ τα ποσοστά ανεργίας δεν αλλάζουν. Σημαντικό στοιχείο το ισοζύγιο των θέσεων εργασίας, όπου παρά το γεγονός του ότι είναι θετικό-κι άρα σύμφωνα με την αρθρογράφο υπάρχει καθαρή προσθήκη- σε άλλο σημείο φαίνεται για τι είδους εργασίας μιλάμε. Εποχική απασχόληση στα κάτεργα του τουρισμού που λήγει στο τρίτο τρίμηνο του έτους. “Καλύτερα λίγη δουλειά παρά καθόλου, καλύτερα φτωχοί εργαζόμενοι από σταθερά άνεργοι” -αυτό καθορίζει την αγορά εργασίας στο σήμερα.
Αύξηση της μερικής και προσωρινής απασχόλησης αλλά και επιδείνωση της ανεργίας σε μακροχρόνια ανέργους και νέους είναι τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν την αγορά εργασίας στην Ελλάδα ύστερα από οκτώ χρόνια ύφεσης. Οι ελαστικές μορφές απασχόλησης αποτελούν τις περισσότερες ευκαιρίες για την ένταξη των ανέργων ξανά στην ενεργό δράση, ενώ ο αριθμός των νέων που δεν βρίσκουν δουλειά παραμένει ανησυχητικά υψηλός.
Μάλιστα παρά τις θετικές ενδείξεις ανάκαμψης στο μέτωπο της ανεργίας τον τελευταίο χρόνο, με την αύξηση 2,1% του μέσου όρου των απασχολουμένων το 2015, αλλά και την επίσης θετική εικόνα το πρώτο τρίμηνο του 2016, όπως προκύπτει και από τα επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής η εγχώρια αγορά εργασίας έχει υποστεί βαρύτατες απώλειες, με συνέπεια η ουσιαστική αποκλιμάκωση της ανεργίας να αποτελεί αργή και επίπονη διαδικασία, που θα απαιτήσει τεράστιες προσπάθειες στο μέλλον.
ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ. Βάσει των στοιχείων της τελευταίας έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ για το πρώτο τρίμηνο του 2016, η απασχόληση στην Ελλάδα αυξήθηκε 2,9% συγκριτικά πρώτο τρίμηνο του 2015, ήταν όμως ελαφρώς μειωμένη σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο. Ο αριθμός των απασχολουμένων το πρώτο τρίμηνο του 2016 διαμορφώθηκε σε 3.606.300 άτομα, δηλαδή 101.900 περισσότερες θέσεις εργασίας (συγκριτικά με το πρώτο τρίμηνο του 2015). Ετσι η απασχόληση σημειώνει θετική μεταβολή για 8 συνεχόμενα τρίμηνα.
Ωστόσο το πρόβλημα της ανεργίας στην Ελλάδα παραμένει, καθώς οι θετικοί ρυθμοί που παρατηρούνται δεν είναι αρκετοί να αλλάξουν το τοπίο με τους χιλιάδες ανέργους στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.
Στα βασικά προβλήματα που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση είναι το εντυπωσιακά υψηλό ποσοστό της μακροχρόνιας ανεργίας καθώς και της ανεργίας των νέων, ενώ το γεγονός ότι οι νέες θέσεις που δημιουργούνται στο μεγαλύτερο ποσοστό τους είναι μερικής απασχόλησης ή προσωρινής εργασίας δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού.
Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από την έρευνα για την «Απασχόληση και την ανεργία» που περιλαμβάνεται στην έκτη έκδοση της ICAP «Leading Employers in Greece 2016», η οποία παρουσιάζει εταιρείες που διακρίνονται σε θέματα διοίκησης των εργαζομένων τους και αναδεικνύει εταιρείες που καταφέρνουν μεταξύ άλλων να διατηρούν το προσωπικό τους ή και να το αυξάνουν, ή έστω να προβαίνουν στις ελάχιστες δυνατές μειώσεις σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους.
ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ. Σύμφωνα με τη μελέτη για την «Απασχόληση και την ανεργία», η τάση ανάκαμψης της απασχόλησης που εμφανίστηκε το 2014 στην αγορά εργασίας συνεχίστηκε και το 2015.
Οπως όμως φαίνεται και από τα στοιχεία των τριμηνιαίων Ερευνών Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, η ανάκαμψη της απασχόλησης επικράτησε σε γενικές γραμμές το 2015, όχι όμως με την ίδια δυναμική, αφού οι πολιτικές εξελίξεις και η παρατεταμένη αβεβαιότητα που επικράτησε το 2015, επέφεραν την «εξασθένηση» των θετικών εξελίξεων. Κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2015 η απασχόληση ήταν αισθητά αυξημένη, κατά 3% σε ετήσια βάση, συγκριτικά με τέταρτο τρίμηνο του 2014, σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο ωστόσο οι απασχολούμενοι μειώθηκαν 0,8%. Από τη σχετική έρευνα προκύπτει ότι ο αριθμός των απασχολουμένων στα τέλη του 2015 ήταν 3.641.700 άτομα (από 3.535.300 κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2014), γεγονός που συνεπάγεται ότι υπήρξε καθαρή προσθήκη 106.400 θέσεων εργασίας. Ωστόσο, παρά την περιορισμένη ανάκαμψη, το χάσμα σε σχέση με τα προγενέστερα επίπεδα παραμένει τεράστιο και απαιτείται πολύ μεγάλη προσπάθεια για να επανέλθει η απασχόληση στα προ κρίσης επίπεδα.
Τα πρώτα χρόνια της κρίσης οι μεγάλες απώλειες στην απασχόληση αφορούσαν κυρίως τους μισθωτούς απασχολουμένους. Από τις αρχές του 2014 όμως η φθίνουσα πορεία ανατράπηκε και πλέον την τελευταία διετία παρατηρείται σταθερή ανάκαμψη της απασχόλησης μισθωτών. Αντίθετα, ιδιαίτερα δυσμενείς παραμένουν οι εξελίξεις στους αυτοαπασχολουμένους χωρίς προσωπικό, η απασχόληση των οποίων καταγράφει συνεχώς πτώση από τα τέλη του 2010 για 21 διαδοχικά τρίμηνα έως και σήμερα.
ΟΙ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ. Από το σύνολο των απασχολουμένων στα τέλη του 2015, οι άνδρες καλύπτουν το 57,8% και οι γυναίκες το 42,2%. Αυτό σημαίνει ότι ανάμεσα στα δύο φύλα οι γυναίκες πλήττονται περισσότερο. Ωστόσο εξετάζοντας τις μεταβολές της απασχόλησης με βάση το φύλο των απασχολουμένων, παρατηρείται ότι στις γυναίκες καταγράφεται συνεχώς αύξηση στην απασχόληση από το δεύτερο τρίμηνο του 2014.
Η αύξηση της γυναικείας απασχόλησης τα τρία τελευταία τρίμηνα του 2015 εντοπίζεται μόνο σε γυναίκες άνω των 30 ετών και κυρίως στις ηλικιακές ομάδες 30-44, 45-64 ίσως λόγω της μεγαλύτερης ευελιξίας τους για μερική απασχόληση.
Παράλληλα η συμμετοχή των εργαζομένων με μερική απασχόληση στο σύνολο των απασχολουμένων διευρύνθηκε τα τελευταία χρόνια και δείχνει να παγιώνεται σε επίπεδα μεταξύ 9%-10% την τελευταία διετία.
Ειδικότερα, το ποσοστό της μερικής απασχόλησης κάλυψε το 9,4% της συνολικής το τέταρτο τρίμηνο του 2015.
Ωστόσο, αν εστιάσει κανείς στις νέες προσλήψεις (όπως προκύπτουν από τις αναγγελίες προσλήψεων που καταγράφει το σύστημα Εργάνη), φαίνεται ότι το 2015 το 55,5% των νέων προσλήψεων αφορά συμβάσεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, ενώ το 44,5% αντιστοιχεί σε πλήρη απασχόληση.
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιπλέον ένα στοιχείο που χαρακτήρισε την αγορά εργασίας τα τελευταία χρόνια ήταν η αύξηση της συμμετοχής των προσωρινά απασχολουμένων.
Συγκεκριμένα, ενώ το ποσοστό της προσωρινής εργασίας (ως προς το σύνολο των μισθωτών) στις αρχές του 2012 ήταν μικρότερο του 10%, στο τρίτο τρίμηνο του 2015 ανήλθε σε 13%, για να περιοριστεί σε 11,7% στα τέλη του έτους.
Οπως διαπιστώνεται από τα στοιχεία της έρευνας της ICAP, η προσωρινή εργασία παρουσιάζει έντονη εποχικότητα, με σημαντική αύξησή της το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο κάθε έτους, προφανώς λόγω της αυξημένης ζήτησης από τον ευρύτερο κλάδο του τουρισμού.
Το πρώτο τρίμηνο του 2016 το ποσοστό μερικής απασχόλησης κάλυψε το 9,8% της συνολικής, ενώ η μεγάλη πλειονότητα των μερικώς απασχολουμένων (69,1%) δηλώνει ότι η επιλογή ήταν αναγκαστική. Αν μάλιστα εστιάσουμε στις νέες προσλήψεις που καταγράφει το σύστημα Εργάνη, προκύπτει ότι το πρώτο τετράμηνο του 2016 το 50,9% των νέων προσλήψεων αφορά συμβάσεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης.