Οι επικείμενες εκλογές έρχονται απότομα και αντιφατικά να κλείσουν έναν κύκλο, έναν κύκλο που εκκινά με την εναπόθεση της ελπίδας πολλών εργαζομένων, ανέργων και της νεολαίας πως κάτι καλύτερο μπορεί να βγει από την συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, συνεχίζεται με την κατάρρευση αυτών των προσδοκιών και κορυφώνεται με την υπογραφή του 3ου και πιο βάρβαρου Μνημονίου. Σε αυτή την πορεία φάνηκαν τα όρια μιας πολιτικής που ευαγγελίζεται καλύτερους όρους ζωής χωρίς σύγκρουση με τα αφεντικά, το ευρώ και την ΕΕ, η οποία αρχικά ηττήθηκε κωλυσιεργώντας σε όλα όσα είχε υποσχεθεί, επιτρέποντας την εφαρμογή όσων είχε καταγγείλει στο μεταξύ (χαρακτηριστικό παράδειγμα η κατάργηση της Κυριακάτικης αργίας) και στη συνέχεια, μπροστά στο αδιέξοδο της ίδιας της της πρότασης μετουσιώθηκε στον πιο συνεπή διαχειριστή των χειρότερων όρων της 5ετίας. Ουσιαστικά αυτές οι εκλογές θα επικυρώσουν το ποιος θα εφαρμόσει μέτρα τα οποία έχουν απονομιμοποιηθεί στη συνείδηση του 62% πριν καν ψηφιστούν, με το βροντερό ΟΧΙ του δημοψηφίσματος.
Οι ήδη ψηφισμένοι νόμοι έχουν διαμορφώσει το τοπίο της καταστροφής για όλους μας. Κι αυτό δεν ήταν μια «φωτισμένη» απόφαση που πήραν μόνες τους οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων, αλλά έγινε υπό την πίεση της ΕΕ και με τις δικές της κατευθύνσεις. Κι όσο κι αν προσπαθούν να μας πείσουν πως αυτό έγινε για την αποπληρωμή του “κακού” χρέους, η ίδια η καθημερινότητα της εργασίας μας δείχνει ποιοι είναι οι κερδισμένοι, μέσα κι έξω από τα σύνορα της Ελλάδας. Στο διάστημα από την υπαγωγή στα Μνημόνια κι έπειτα έχουμε μια σειρά οπό νομοθετήματα που αφορούν τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και την ελαστική εργασία και φυσικά τα προγράμματα που υποτίθεται πως έρχονται να απαντήσουν, από πλευράς κράτους, στο πρόβλημα της ανεργίας. Τέτοια είναι τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, οι επιταγές κατάρτισης και οι επιταγές εισόδου στην αγορά εργασίας για ανέργους έως 29 ετών. Με τη δημιουργία της έννοιας της «ωφέλειας» και του «ωφελούμενου» οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ ανεργίας/απασχόλησης, μισθού/εισοδήματος, εργατικού δικαίου/ δικαίου κοινωνικής ασφάλισης και νόμου/σύμβασης γίνονται θολές. Παράλληλα η μη θεσμική ελαστασφάλεια ανθεί με ολοένα και περισσότερους μαζικούς χώρους εργασίας όπως το εμπόριο, ο επισιτισμός, ο τουρισμός και οι τηλεπικοινωνίες να θυμίζουν κάτεργα βγαλμένα από τα πιο σκοτεινά ντουλάπια της ιστορίας.
Για όσους καθημερινά ζουν το φόβο τα απόλυσης, τον εφιάλτη της ανεργίας, την ανασφάλεια της επισφάλειας η συζήτηση αυτή ίσως μοιάζει μάταιη. Ποια είναι τελικά η επιλογή για όσους περνούν μέρα με τη μέρα ακούγοντας άλλους να σχεδιάζουν για τους ίδιους ένα ζοφερό μέλλον ή να προσφέρουν «ξαναζεσταμένες» λύσεις ήττας; Για μας η απάντηση βρίσκεται στο πως εμείς οι ίδιοι θα καταφέρουμε να επιβάλουμε τις ανάγκες μας κόντρα στην πραγματικότητα που μας έχουν φτιάξει. Όμως ακόμη κι αν η διέξοδος δεν βρίσκεται στα κοινοβουλευτικά έδρανα, να μην σιωπήσει, απέχοντας, ο κόσμος της εργασίας, η νεολαία της εργασιακής περιπλάνησης, εγκαταλείποντας τελικά το αποτέλεσμα στα χέρια όσων τόσο καιρό ενορχηστρώνουν τη χειροτέρευση της ζωής μας. Οφείλουμε να αξιοποιήσουμε την δημιουργική δυναμική μας για να περιγράψουμε έναν άλλο δρόμο, μια άλλη προοπτική για τις ζωές μας.
Ο συλλογικός αγώνας και η οργάνωσή των εργαζομένων -πριν και μετά τις εκλογές- είναι αυτά που θα επιβάλλουν την επόμενη μέρα καλύτερους όρους στη ζωή μας και θα καταρρίπτουν το μύθο του “there is no alternative”. Αλλά και τη μέρα των εκλογών η επιλογή δεν μπορεί να είναι άλλη από όσους συγκρούονται εδώ και τώρα με τη λογική που μας θέλει σκλάβους του κέρδους και της δήθεν ανάπτυξης. Με όσους σηκώνουν το γάντι και περιγράφουν το ρεαλισμό της ανατροπής και όχι της συναίνεσης. Άμεση είναι η ανάγκη ριζικής ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος σε σύγκρουση με τα κέρδη των εργοδοτών, των πολιτικών της Ε.Ε για την απασχόληση και την ανεργία, αλλά και της γραβατωμένης αλητείας της ΓΣΕΕ. Για να αποκτήσουν φωνή οι αόρατοι και να γίνουν η δύναμη πυρός ενός ανασυγκροτημένου εργατικού κινήματος ρήξης!